- φιλόξεινος
- φῐλόξενος, φιλόξεινος1 hospitabel
Τυνδαρίδαις φιλοξείνοις O. 3.1
ἔσταν δ' ἐπ αὐλείαις θύραις ἀνδρὸς φιλοξείνου N. 1.20
παθόντες πού τι φιλόξενον ἔργον act of friendship I. 2.24
Lexicon to Pindar. William J.. 2010.
Τυνδαρίδαις φιλοξείνοις O. 3.1
ἔσταν δ' ἐπ αὐλείαις θύραις ἀνδρὸς φιλοξείνου N. 1.20
παθόντες πού τι φιλόξενον ἔργον act of friendship I. 2.24Lexicon to Pindar. William J.. 2010.
φιλόξεινος — ον, Α (ποιητ. τ.) βλ. φιλόξενος … Dictionary of Greek
φιλόξεινος — φιλόξενος loving strangers masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φιλόξενος — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Ποιητής διθυράμβων από τα Κύθηρα (435 – 380 ή 379). Όταν οι Αθηναίοι κυρίευσαν την πατρίδα του, μεταφέρθηκε στην Αθήνα αιχμάλωτος και έγινε αρχικά δούλος και έπειτα απελεύθερος του διθυραμβοποιού Μελανιππίδη.… … Dictionary of Greek